25 Μαΐ 2010

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΝΑ ΜΕΤΑΤΡΑΠΕΙ Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΜΑΣ ΣΕ ΑΠΛΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΛΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΣΕ ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΑΥΤΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ


ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΝΑ ΜΕΤΑΤΡΑΠΕΙ Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΜΑΣ ΣΕ ΑΠΛΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΛΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΣΕ ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΑΥΤΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ

Ανακοίνωση 225 / 26.5.«2010»

Όπως δυστυχώς συνηθίζεται εδώ και 5 χρόνια κάθε Μάϊο και Ιούνιο, το Ύπατο Συμβούλιο των Ελλήνων Εθνικών έγινε και εφέτος αποδέκτης αρκετών απαράδεκτων γραπτών και ηλεκτρονικών επιστολών από κυρίως ανώνυμα άτομα που ανήκουν (ή παριστάνουν ότι ανήκουν!) στον λεγόμενο «αρχαιολατρικό» ή «ελληνοπρεπή» χύδην «χώρο», ο οποίος ως γνωστόν αυτή την χρονική περίοδο αναλώνεται στο να διοργανώνει κάποιες δήθεν «ενωτικές», συμφυρματικές και φεστιβαλικού χαρακτήρα εκδηλώσεις. Η αφορμή γι’ αυτή την εντελώς απρόκλητη «εκστρατεία» που κάποιοι προφανώς έχουν συντονίσει εναντίον μας, γνωρίζουμε βεβαίως ότι δεν είναι άλλη από την γνωστή επιλογή ημών, του κύριου φορέα της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας, να μην ξανασυμμετάσχουμε σε τέτοιου είδους συμφυρματικές εκδηλώσεις. Επειδή όμως οι αντιδράσεις κάποιων ανθρώπων από γελοίες έχουν γίνει τώρα πλέον και αηδιαστικές, είμαστε υποχρεωμένοι να αποσαφηνίσουμε για πολλοστή, πλην όμως τελευταία φορά, κάποια πράγματα, αλλά και ταυτόχρονα να ανακοινώσουμε μερικά νεότερα.

Πριν από δύο περίπου δεκαετίες εξουσιοδοτηθήκαμε να φέρουμε ανοικτά στο νεο-ελληνικό κοινωνικό προσκήνιο το ζήτημα της παλινόρθωσης της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας, το οποίο έθεσαν τελευταίοι οι, κυρίως «στρατιότι», πολυάριθμοι οπαδοί του Πλήθωνος στον Μωρέα και την Ήπειρο και επί πεντέμισι αιώνες μαύρου κατατρεγμού διατηρήθηκε επίκαιρο και θερμό μέσα από οργανωμένες μυστικές οδούς που κατόρθωσαν να το φέρουν με επιτυχία μέχρι τις ημέρες μας. Ελάχιστα χρόνια μετά από εκείνη την εξουσιοδότηση, ιδρύσαμε και τυπικά πλέον το Ύπατο Συμβούλιο των Ελλήνων Εθνικών και έκτοτε δώσαμε έναν ανεπανάληπτο, απέραντα μεγάλο και πολύ δύσκολο αγώνα, με σκοπό την υγιή επανελλήνιση μέσα από την παλινόρθωση της πραγματικής εθνικής μας Παράδοσης και Θρησκείας και την θεσμική αναγνώριση της τελευταίας από την νεοελληνική πολιτεία.

Απέναντι μας βρήκαμε από την πρώτη κιόλας στιγμή την στυγνή ορθόδοξη θεοκρατία, που εξαρχής, όπως και σήμερα ακόμη, αντιμάχεται μια τέτοια προοπτική με κάθε πρόσφορο γι’ αυτήν μέσο που μπορεί να της παράσχει η τεράστια οικονομική και πολιτική της δύναμη. Όμως αυτό ήταν αναμενόμενο. Σε κάθε αγώνα ενός καταστημένου του οποίου τα θεμέλια τρίζουν και θρυμματίζονται, είναι απολύτως αναμενόμενη η χρήση της απειλής, του εκβιασμού, της εξαγοράς, της οικονομικής ή επαγγελματικής βλάβης, της συκοφαντίας, της πληρωμένης στράτευσης, του αντιπερισπασμού και όλου του σχετικού οπλοστάσιου που ήδη και κατ’ επανάληψη δοκιμάστηκε εναντίον μας, με εξαίρεση μόνον την προσπάθεια φυσικής εξόντωσής μας, προφανώς από τον φόβο των βαριών ποινικών ευθυνών σε περίπτωση ανακάλυψης των ηθικών και φυσικών δραστών.

Δεν ήσαν όμως μόνο οι θεοκράτες και οι πολύμορφοι βαλέδες τους που βρέθηκαν απέναντί μας. Μετά από αιώνες αποκοπής της συντριπτικής πλειοψηφίας του έθνους των Ελλήνων από την αρετή, την ευσέβεια και την αιδώ των παλαιών ελεύθερων προγόνων μας, στάθηκε εξαιρετικά δύσκολο να περάσει στους πολλούς το τι ακριβώς είναι και τι ακριβώς απαιτεί η Ελληνική Εθνική Θρησκεία. Οι περισσότεροι την εξέλαβαν και εξακολουθούν να την εκλαμβάνουν λανθασμένα (ή επειδή έτσι τους βολεύει) είτε ως εφαλτήριο για αντιχριστιανισμό ή αντιεβραϊσμό, είτε ως προθάλαμο στον εθνικισμό, είτε ως πεδίο βιοπορισμού ή ικανοποίησης καταξιωτικών συνδρόμων, είτε ως πλαίσιο φυγής από την πραγματικότητα και ονειροπόλησης, είτε ως δικαιολογία για οργάνωση μαζικών φεστιβαλικών εκδηλώσεων, μοναδικός σκοπός των οποίων είναι «να περνάει καλά» το κατά κανόνα άσχετο με την εθνική μας θρησκευτικότητα πλήθος.

Οι πρώτες από αυτές τις εκτροπές είναι βεβαίως αντιμετωπίσιμες, αν και όχι δίχως σημαντική από πλευράς μας σπατάλη πολύτιμων δυνάμεων. Εκείνο όμως που δεν μπορούμε να καταπολεμήσουμε, και δεν είναι του ενδιαφέροντός μας άλλωστε κάτι τέτοιο, είναι η τάση των ανθρώπων της εποχής μας προς την ελάσσονα προσπάθεια, το επιφανειακό, το θεαματικό, το διασκεδαστικό και, κυρίως, προς αυτό που δεν απαιτεί αλλαγή έθους και συνείδησης. Μετά από μία περίπου δεκαετία τέτοιων εκτροπών, γινόμαστε σήμερα μάρτυρες μιας μανίας ελληνοφανούς φεστιβαλισμού, που θεωρεί ότι υπηρετεί την επανελλήνιση με το να συγκεντρώνει από καιρού εις καιρόν μικροπλήθη παντελώς άσχετων με την Εθνική μας Θρησκεία ανθρώπων, όχι μόνο γύρω από πολιτιστικού χαρακτήρα δρώμενα, αλλά ακόμα και γύρω από τελετές που προσφάτως (γιατί δεν ίσχυε παλαιότερα) οι διοργανωτές τους δεν έχουν ενδοιασμό να τις παρουσιάζουν ως λατρευτικού χαρακτήρα. Από αφέλεια λοιπόν ή από άλλες λιγότερο αθώες αιτίες, γίνονται επικλήσεις προς τους Θεούς μας και επιδεικνύονται τα άγια των αγίων μας μπροστά σε άσχετους θεατές που δεν επιδεικνύουν τον ελάχιστο σεβασμό προς τα εθνικά σεβάσματα και αυτό μάλιστα θεωρείται ως... το απαύγασμα (ή η... «κορυφαία εκδήλωση») της «ελληνοπρέπειας», σε σημείο μάλιστα που να εισπράττει το μένος των φεστιβαλιστών όποιος, είτε φορέας είτε επώνυμος άνθρωπος, αρνείται να συμμετάσχει σε αυτή την κραυγαλέα ασχήμια: ακόμα και ψευτο - «Παναθήναια» ετοιμάζονται για το άμεσο μέλλον και μάλιστα μοιράζονται και από τώρα οι υποσχέσεις για χρηματικές αμοιβές!

Το ζωντανό από τον 15ο αιώνα αίτημα της παλινόρθωσης της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας κινδυνεύει φανερά λοιπόν σήμερα, σήμερα που υποτίθεται ότι η σχετική πολιτική ελευθερία επιτρέπει την μετά από συνεχή και στρατηγικό αγώνα θεσμική ικανοποίησή του, να ξεπέσει σε διεκδίκηση του αρτιότερου ή θεαματικότερου φολκλορισμού με όσο το δυνατόν πιο «πολυπληθές» και πιο «χαρούμενο» και «αφελές» μικροπλήθος. Κάτι δηλαδή που, εάν επικρατήσει, θα ακυρώσει για πολλές δεκαετίες την υπόθεση της πραγματικής παλινόρθωσης και θεσμικής αναγνώρισης, για την οποία εμείς αγωνιζόμαστε, αφού η Ελληνική Εθνική Θρησκεία θα έχει αναντίρρητα απομακρυνθεί από τον εαυτό της και υποβιβαστεί στην αναπαράστασή της.

Σε αυτή την πονηρή ροή εικόνων που παρασύρει τα πάντα «και κάποιος άλλος κατευθύνει όπως του αρέσει τούτη την απλοποιημένη επιτομή του αισθητού κόσμου» για να δανειστούμε από τον Ντεμπόρ, εμείς ωστόσο δεν έχουμε καμία απολύτως πρόθεση να αντιπαρατάξουμε δικούς μας, υποτίθεται «υγιείς», φεστιβαλισμούς στους φεστιβαλιστές και αδίκως ανησυχούν αυτοί για κάτι τέτοιο, γιατί δεν θα το επιχειρήσουμε ποτέ. Αυτό από το οποίο κινδυνεύει η Ελληνική Εθνική Θρησκεία δεν είναι η αναπαράστασή της, ή ακόμη χειρότερα η παραποίησή της, αλλά το πιθανό σφάλμα να τις υιοθετήσει και η ίδια, εξαφανιζόμενη για πάντα μέσα τους.

Δεν θα εμποδίσουμε επίσης κάποια εύπιστα μέλη μας, τα οποία γνωρίζουμε ότι πολιορκούνται στενά για να αποστατήσουν προς τον φεστιβαλισμό, να το πράξουν και μάλιστα μια ώρα αρχύτερα, εάν τέτοιο είναι το ζητούμενο ή το κριτήριό τους. Ο καθένας αξίζει άλλωστε τις επιλογές του και αυτοί που αναζητούν την φιγούρα ή το αργύριον είναι κρίμα να τα στερηθούν. Για εμάς πάντως δεν κάνουν, αφού γνωρίζουμε καλά ότι η αγωνιστική ισχύς δεν κρύβεται στους αριθμούς για τον απλό λόγο ότι το όποιο χαμηλό, απλοϊκό και χυδαίο στοιχείο υπερτερεί πάντοτε αριθμητικά του όποιου υψηλού, σοβαρού και ποιοτικού. Συνεπώς η ποιότητα, η αρετή, η αγωνιστικότητα και η ευσέβεια είναι τα μοναδικά στοιχεία που όντως ενδιαφέρουν το Ύπατο Συμβούλιο των Ελλήνων Εθνικών.

Κατ’ επέκταση, το Ύπατο Συμβούλιο των Ελλήνων Εθνικών ενδιαφέρεται και για ν’ αυξήσει κάποιες αποστάσεις που ήδη έχει λάβει. Από την μία την απόσταση από τα μικροπλήθη του λεγόμενου «χώρου», που βεβαίως έχουν κάθε δικαίωμα να πορευθούν όπου θέλουν και να καταλήξουν όπου τους αρμόζει αλλ’ επ’ ουδενί και να το σύρουν μαζί τους, όπως δεν έχουν και δικαίωμα να το βρίζουν επειδή δεν συναγελάζεται και δεν εξομοιώνεται. Τι νοοτροπία και τούτη! Από την άλλη, ενδιαφέρεται να διατηρήσει και εν συνεχεία να αυξήσει την επίσης ήδη απόστασή του από κάθε διαδικασία ή ακόμη και νοοτροπία που βεβηλώνει και ευτελίζει τα σεβάσματα της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας.

Γι’ αυτόν τον λόγο, το Ύπατο Συμβούλιο των Ελλήνων Εθνικών αποφάσισε σε εδική συνεδρίασή του όλες οι ιεροπραξίες του ετήσιου εορταστικού του κύκλου, με εξαίρεση μόνον

την τελετή για την καλοχρονιά (Χειμερινό Ηλιοστάσιο – Γέννηση Θεού Τριεσπέρου Ηρακλέους),

την τελετή υποδοχής της άνοιξης (Εαρινή Ισημερία), και

την απόδοση τιμής στους Μαραθωνομάχους (γύρω στην Φθινοπωρινή Ισημερία)

να γίνονται εφεξής «εν κλειστώ» από τους αρμόδιους για τον κάθε Θεό ιερείς / ιέρειες και παρουσία μόνον των ορκισμένων μελών μας (των λεγόμενων «Ομοίων»).

Με αυτόν τον τρόπο θα τελεί εφεξής τις ιεροπραξίες της η Ελληνική Εθνική Θρησκεία, μέχρι αυτή να παλινορθωθεί πλήρως, δηλαδή με ΘΕΣΜΙΚΗ αναγνώρισή της, στην καταπατημένη και λεηλατημένη πατρίδα μας που τώρα βρίσκεται υπό την τυραννία της ορθόδοξης θεοκρατίας και των βαρβαρικών μαζών που αυτή παράγει ώστε να τις έχει στήριγμα. Οι ιεροπραξίες μας θα ξαναγίνουν δημόσιες, μόνο όταν θα υπάρχει ήδη το θεσμικό πλαίσιο να απονέμεται στην Ελληνική Εθνική Θρησκεία ο πρέπων σεβασμός.

Αυτονόητο είναι ότι εφεξής από τις δικές μας τελετές δεν θα δημοσιεύεται και κανενός είδους οπτικό ή ηχητικό υλικό. Ποτέ πια οι λατρευτικές μας πράξεις δεν θα αποτελούν θέαμα για βέβηλα μάτια, πόσο μάλλον «διαφημιστικό υλικό» προς ανθρώπους που δεν αξίζει ούτε καν να μας πλησιάσουν. Όποιος από τούδε έχει την περιέργεια να μας γνωρίσει, θα πρέπει να αρκεστεί στα όσα θα δημοσιεύουμε είτε από τις διαλέξεις και τις άλλες εκδηλώσεις που διοργανώνουμε για την μόρφωση της κοινότητάς μας, είτε από τις πιο πάνω τρεις μόνον ανοικτές τελετές μας, είτε από τους θεσμικο-κοινωνικούς αγώνες που δίνουμε για μια πιο ελληνική και πιο ανθρώπινη Ελλάδα. Όποιος επίσης από τούδε θελήσει να γίνει ένας από εμάς θα πρέπει προηγουμένως να έχει ξεκαθαρίσει με τον εαυτό του εάν είναι ή όχι ικανός να αφοσιώνεται, να κατανοεί και να υιοθετεί στόχους και, πάνω από όλα, ΝΑ ΜΑΧΕΤΑΙ.

ΥΠΑΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ